- ουώτερ-πόλο
- τοξεν. όρος για την υδατοσφαίριση. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. water-polo].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ολυμπιάδες — Αγώνες που διαξάγονταν κατά την αρχαιότητα στην Ολυμπία (291 φορές, από το 776 π.Χ. έως το 393 μ.Χ.) προς τιμήν του Δία με την ευκαιρία των Ολυμπίων, μίας από τις τέσσερις πανελλήνιες αγωνιστικές γιορτές (οι άλλες τρεις ήταν τα Πύθια στους… … Dictionary of Greek